αριβίστρια

αριβίστρια
arriviste

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Regardez d'autres dictionnaires:

  • αριβίστας — αριβίστας, ο και αριβιστής, ο θηλ. αριβίστρια τυχοδιώχτης: Ξέρεις τι αριβίστας είναι αυτός; …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”